Συγχύσεις και παρερμηνείες για τον Νόμο της Εμπόλεμου

Δημοσιεύθηκε: 26/10/2020 14:31 Τελευταία Ενημέρωση: 27/10/2020 13:19 Από: Tachydromos

Εάν τα όσα ακολουθούν στον τύπο και τα εναλλακτικά δίκτυα ενημέρωσης (στην αλβανική) την επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών στα Τίρανα κ. Νίκου Δένδια, είναι πολλά και δεν θα άξιζε να τα προσεγγίσει κανείς. Τούτο διότι κινούνται στα ίδια γνωστά μοτίβα, εμμένουν στην συντήρηση της ιστορικής παρεξήγησης και βρίθουν ανακριβειών ώστε εύκολα να οδηγηθούν στα συμπεράσματα που αρέσκονται.

Ωστόσο όμως η αναφορά στην επίσκεψη και τα αποτελέσματα της δύο παραγόντων της αλβανικής αριστεράς: του πρώην ΥπΕξ κ. Καστριότ Ισλιάμι και του πρώην Υπουργού Δημοσίας Τάξης κ. Λιουάν Ράμα, με κείμενα που φιλοξενήθηκαν σε ευρύ φάσμα των ιστοσελίδων, αξίζει να αναφερθούν ως ειδική περίπτωση.

Και τα δύο εστιάζουν ειδικά στο θέμα της δηλωθείσης πρόθεσης της Ελληνικής Κυβέρνησης ώστε να βρει νομικό εργαλείο και για την τυπική ακύρωση του εν λόγω νόμου. Εφόσον αυτό ενοχλεί ειδικά την Αλβανία, μάλλον λόγω του στίγματος που στην ιστορική μνήμη της έχει αφήσει η ανάμειξη με τους Ιταλούς φασίστες στην επίθεση εισβολής στην Ελλάδα, ήταν λογικό ο Αλβανός Πρωθυπουργός να ανακοινώσει ανακουφισμένος ότι με τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών συζήτησαν και την εξεύρεση κατάλληλης φόρμουλας για την άρση του αναχρονιστικού αυτού νομοθετήματος.

Αυτός ο πληθυντικός είναι που ενόχλησε τους δύο πολιτικούς παράγοντες που προαναφέραμε. Κατά τον κ. Ισλιάμι και τον κ. Ράμα το πρόβλημα είναι της Ελλάδας και εάν εκείνη έχει σκοπό να άρει τον συγκεκριμένο νόμο ας το πράξει και ας βρει τον ενδεικνυόμενο τρόπο. Η Αλβανία δεν έχει κατ αυτούς καμιά δουλειά στο θέμα διότι ποτέ δεν βρέθηκε σε πόλεμο με την Ελλάδα!!! Προφανώς και δεν πρόκειται απλά για αντιπολιτευτική μικροπολιτική: αμφότεροι εδώ και χρόνια δεν ανήκουν πια στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ο Ισλιάμι υπήρξε βουλευτής του ΔΚ και ο Ράμα Λ. είναι υψηλό στέλεχος του Κινήματος Σοσιαλιστών για Ένταξη του Μέτα.

Είναι προφανώς κάτι παραπάνω από τόσο. Κατ αρχάς μια ουσιαστική αλλαγή της αριστερής προσέγγισης κατά παράδοση του θέματος. Έτσι ακόμη και ο Χότζα και κατά συνέπεια όσοι τον κληρονόμησαν ιδεολογικά και πολιτική ομολογούσε στην κείμενη ιστοριογραφία ότι το κράτος τότε της Αλβανίας είχε τυφλά υιοθετήσει όσα η Ρώμη υπεδείκνυε. Ο λαός όμως της Αλβανίας δεν υπέκυψε και εγκατέλειψε τα συντάγματα που επιτέθηκαν στην Ελλάδα.

Έστω μια μισή αλήθεια και μια μισή ομολογία.

Τώρα έχουμε μια ακόμη πιο πέρα σύγχυση και παρερμηνεία των ιστορικών γεγονότων. Κατά τους κ. κ. που προαναφέραμε και πολλούς ιστορικούς στην Αλβανία φαίνεται σα να προέκυψε στο κενό το Ελληνικό νομοθέτημα. Αρνούνται δηλαδή ότι είχε προηγηθεί Αλβανικός Νόμος κήρυξης πολέμου με την Ελλάδα.

Κατ αυτούς η Εθνική Αντιπροσωπεία (Βουλή της εποχής) δεν είχε προκύψει με εκλογές και το Βασιλικό Διάταγμα εκδόθηκε απ’ τον Βιττόρε Εμαννουέλε, τον Ιταλό Βασιλιά. Έφερε όμως στην άλλη άκρη την υπογραφή του Πρωθυπουργού της Αλβανίας κ. Σεφκέτ Βερλιάτσι. Και επί το πλείστον δημοσιεύθηκε στο Φύλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.

Κατά τους ιστορικούς των Τιράνων ένα επόμενο Νομοθέτημα, υπό τη Γερμανική κατοχή και με επίσης κυβέρνηση των κουϊσλίγκ ο προαναφερθείς νόμος ακυρώθηκε. Τη μισή πάλι αλήθεια ομολογούν δεδομένου ότι αντίστοιχα και κατά τις υποδείξεις του Ραϊχ είχε ακυρωθεί και στην Αθήνα απ’ την κυβέρνηση Τσαλίκογλου το ελληνικό νομοθέτημα.

Για να φωτιστεί έστω λίγο η προσέγγιση που θέλουν να κάνουν στην υπόθεση τόσο ο Ισλιάμι Κ. όσο και ο Ράμα Λ. σε μετάφραση αναρτούμε πιο κάτω αποσπάσματα απ’ τον αλβανό ιστορικό Αρμπέν Πούτο και το βιβλίο του «Ο Ιταλο – Ελληνικός Πόλεμος. Δικτάτορες και Κουίσλιγκ».

«Οι νομικές πράξεις κήρυξης του πολέμου»

Οι επικεφαλείς του καθεστώτος, χωρίς συναίσθηση για τις συνέπειες, βουτούσαν ακόμη πιο βαθιά. Δεν αρκέστηκαν με τις ανθελληνικές και αντισερβικές δηλώσεις. Επισημοποίησαν την τοποθέτηση δίπλα στον Άξονα με επίσημες νομικές πράξεις για την κήρυξη του πολέμου με τις Αντιφασιστικές Δυνάμεις.

Πρώτη εκ των πράξεων αυτών είναι εκείνος της κήρυξης πολέμου με τη Γαλλία και την Αγγλία που έρχεται μετά την εμπρηστική ομιλία του Μουσολίνι απ’ το μπαλκόνι του Παλιάτσο Βενέτσια στις 10 Ιουνίου 1940. Ο Βασιλιάς Βιττόρε Εμαννουέλε Γ εξέδωσε το Διάταγμα στις 9 Ιουνίου με το εξής περιεχόμενο: « Το Βασίλειο της Αλβανίας θεωρεί εαυτόν σε κατάσταση πολέμου με όλες τις χώρες με τις οποίες η Ιταλία είναι σε πόλεμο». Στις 15 Ιουνίου η Φασιστική Εθνοσυνέλευση επικύρωσε ομόφωνα το Διάταγμα.

Στη συνέχεια είναι η πράξη κήρυξης εμπόλεμης κατάστασης σε μερικούς νομούς της Μέσης και Νότιας Αλβανίας, απ’ τα Τίρανα και κάτω. Το Ένταλμα που εκδόθηκε την ημέρα της επίθεσης εισβολής στην Ελλάδα, στις 28 Οκτωβρίου 1940, περιείχε μόνο ένα άρθρο: «Ξεκινώντας από τα μεσάνυχτα της σημερινής ανακοινώνονται σε κατάσταση πολέμου τα εδάφη των Νομών των Τιράνων, Κορυτσάς, Ελμπασάν, Αργυροκάστρου, Δυρραχίου και Βερατίου». Το Ένταλμα είχε δύο υπογραφές: του Γιακομόνι και του Σ. Βερλιάτσι. Με ένα άλλο ένταλμα της ίδιας ημέρας, η περιοχή ισχύς της κατάστασης πολέμου συμπεριέλαβε και τη «λωρίδα παράκτια, απ’ τη εκβολή της Μπούνα έως το Μάτι με βάθος από 15 χιλιόμετρα».

Ακολούθησε η ανακοίνωση του Ντούτσε ότι στις περιοχές αυτές ανακοινώνονται ζώνες στρατιωτικών επιχειρήσεων, στις οποίες εφαρμόζεται ο «στρατιωτικός ποινικός νόμος» έναντι κάθε παράβασης.

Προσέθετε δε ότι στις επόμενες μέρες θα εκτελούνταν επιτάξεις περιουσιών για στρατιωτικές ανάγκες στην περιοχή της ελληνικής μειονότητας, Δερβιτσάνη, εντός του Αργυρόκαστρο και ακόμη τα Τίρανα…».

Ο ιστορικός και συγγραφέας κ. Σταύρος Ντάγιος σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε τω 2015 υπό τον τίτλο «Ελλάδα και Αλβανία 50 χρόνια αμοιβαίας δυσπιστίας», κάνει περίληψη του θέματος σημειώνοντας:

«…Σε προπαγανδιστικό επίπεδο, όλο το καλοκαίρι του 1939, και η ίδια η Ιταλία προέβαλε εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας είτε απευθείας είτε υπό την μορφή της δημιουργίας της Μεγάλης Αλβανίας, ενώ σε τυπικό νομικό επίπεδο, ψηφίστηκαν σειρά νομοθετημάτων που δέσμευαν την Αλβανία. Στην 9 Ιουνίου 1940 με το Βασιλικό Διάταγμα 194/9-6-1940, το οποίο φέρει την υπογραφή του Βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ Γ, δημοσιευμένο στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 10 Ιουνίου 1940 με αριθμό 93 το οποίο φέρει την υπογραφή του δωσίλογου πρωθυπουργού Σεφκέτ Βερλάτσι,

«Το αλβανικό βασίλειο αναγνωρίζεται ότι ευρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με εκείνα τα κράτη με τα οποία η Ιταλία τελεί υπό κατάσταση πολέμου».

Σύμφωνα με το διάταγμα αυτό, οι αλβανικές ένοπλες δυνάμεις τίθεντο υπό τις διαταγές του Ιταλικού Επιτελείου Στρατού. Στις 4 Ιουλίου 1940, το βασιλικό διάταγμα κατέστη νόμος (Ν.319) ο οποίος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης 128 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Αυγούστου 1940. Με την συνθηκολόγηση της Ιταλίας το φθινόπωρο του 1943 η Αλβανική Εθνοσυνέλευση κατήργησε τον ανώτερο εμπόλεμο Νόμο. Έτσι, προς αποκατάσταση και κατασίγαση της ιστορικής αλήθειας και αποκήρυξη ενός πολυετούς μυθεύματος περί της μονομερούς ελληνικής εμπόλεμης κατάστασης με την Αλβανία, πρέπει να επισημάνουμε ότι η Αλβανία κήρυξε πρώτη την εμπόλεμη κατάσταση με την Ελλάδα.

Αυτά και πλείστα άλλων νομοθετημάτων της Αλβανικής Εθνοσυνέλευσης, δηλωτικά της αδιαμαρτύρητης βούλησης μεγάλου μέρους των Αλβανών, η πολεμική κινητοποίηση της χώρας, τα μέτρα ασφαλείας κλπ. προλείαναν το έδαφος της εισβολής, η οποία και ακολούθησε σύντομα. Ο τύπος των Τιράνων, ο ραδιοφωνικός σταθμός, οι αλυτρωτικοί χάρτες της Μεγάλης Αλβανίας, οι φρενήρεις και ασυγκράτητοι ρήτορες της Βουλής και των πεζοδρομίων συνιστούσαν την απήχηση της κοινής γνώμης. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του αλβανικού τύπου, ενώ οι μάχιμοι Αλβανοί οδηγούνταν στο μέτωπο, οι άμαχοι πατριώτες θα συνέδραμαν και θα οργάνωναν εράνους για συλλογή τροφίμων, ένδυσης και υπόδησης για τους αγωνιστές…»

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon