Αρχές της δεκαετίας του ’20: Σελίδες από τον αγώνα της Χιμάρας για ελληνική παιδεία

Δημοσιεύθηκε: 19/12/2020 08:00 Τελευταία Ενημέρωση: 20/12/2020 20:28 Από: Tachydromos

Του Γιάννη Γιάννη

Σύντομο ιστορικό πλαίσιο

Για την περιοχή της Χιμάρας τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄20 του περασμένου αιώνα ήταν αρκετά ταραγμένα. Μετά την αποχώρηση των Ιταλών από τη Χιμάρα, σύμφωνα με αλβανικά έγγραφα της εποχής εκείνης, οι Χιμαραίοι με αρχηγό το Σπυρομίλιο κήρυξαν την αυτονομία σε επτά χωριά. Την ίδια εποχή η αλβανική διοίκηση ( το υπουργείο επί των Εσωτερικών) διάταζε στις 10 Οκτωβρίου 1920 τις περιφέρειες Αργυροκάστρου και Αυλώνας να ληφθούν αυστηρά μέτρα, ακόμη και με τα όπλα ώστε να καμφθεί και να συντριβεί η αντίσταση αυτονόμησης στη Χιμάρα. Την ίδια στιγμή η αλβανική διοίκηση, καθώς γνώριζε την ανδρεία και το χαρακτήρα των Χιμαραίων, έκανε σχέδια και για ειρηνική διευθέτηση της υπόθεσης, δραστηριοποιώντας στην περιοχή αυτή ντόπιους φιλικά προσκείμενους προς την «εθνική κυβέρνηση». Μάλιστα το Μάιο του 1921, η περιφέρεια Αυλώνας, καθώς έβλεπε πως ήταν αδύνατον να τους «συνετίσει» δια της βίας, πρότεινε στην κεντρική κυβέρνηση να προσεγγίσει τους «γραικομάνους» όπως αποκαλούσαν τους έλληνες Χιμαραίους, διαφθείροντάς τους με προνόμια και λεφτά.

Στα τέλη Μαίου η αλβανική διοίκηση, καταλήγοντας στην «ειρηνική διευθέτηση», έστειλε στη Χιμάρα τον Σ. Κολέκα να διαπραγματευτεί με τους ντόπιους ως προς τις απαιτήσεις τους ώστε ειρηνικά να εγκατασταθούν οι κρατικές αρχές στην περιοχή.

Η συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στον εκπρόσωπο της αλβανικής κυβέρνησης Σ. Κολέκα και των Χιμαραίων, συμφωνία βέβαια που δεν τηρήθηκε και ούτε επικυρώθηκε από την αλβανική Βουλή, προέβλεπε την αναγνώριση των οικονομικών προνομίων που έχαιρε η περιοχή κατά την τουρκική εποχή, την πλήρη ελευθερία σε θρησκευτικά θέματα και την περιουσία της εκκλησίας, την αποδοχή τα αλβανικής ως υποχρεωτικής επίσημης γλώσσας, αλλά και της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας στα σχολεία, τον καθορισμό δυο βουλευτικών εδρών για την περιοχή ανεξάρτητα του αριθμού των ψηφοφόρων, πλήρη αμνηστία για πολιτικά αδικήματα κλπ.

Η συμφωνία αυτή, σύμφωνα με έγγραφα και δημοσιεύματα της εποχής, θεωρήθηκε επιτυχία από την πλευρά της κυβέρνησης, καθώς με την εγκατάσταση όλης της διοικητικής δομής , βαθμιαία θα ενισχύονταν η ταυτότητα και η αλβανική εθνική συνείδηση. Όπως ήταν αναμενόμενο, πολλοί Χιμαραίοι αντέδρασαν στη συμφωνία στέλνοντας μάλιστα διαμαρτυρία προς την αγγλική κυβέρνηση κάνοντας λόγο για κατάληψη της Χιμάρας. Μάλιστα τον Αύγουστο του 1921, όταν η περιφέρεια Αυλώνας πήγε να συγκεντρώσει τους φόρους, αρνούμενη την προ μηνών συμφωνία, οι γυναίκες της Χιμάρας βγήκαν να τους απωθήσουν με τα τσεκούρια. Οι στρατιώτες τότε χρησιμοποίησαν τα όπλα τραυματίζοντας 11 και σκοτώνοντας μία γυναίκα. Τα πρώτα χρόνια αγώνα για την παιδεία

Κατά το 1921, καθώς οι αλβανικές αρχές που εγκαταστάθηκαν ένιωσαν κάπως ισχυρές, προσπάθησαν να ανοίξουν αλβανικό σχολείο στη Χιμάρα, επιτρέποντας την διδασκαλία της ελληνικής μόνο μια ώρα την ημέρα έως την τέταρτη τάξη. Το 1922 οι δημογεροντίες των χωριών της Χιμάρας διαμαρτυρήθηκαν με σχετικό τηλεγράφημα για τη μείωση των ωρών διδασκαλίας των ελληνικών από τρεις σε μία. Οι προύχοντες της περιοχής ζητούσαν διδασκαλία της ελληνικής δυο ώρες την ημέρα για την πρώτη και δεύτερη τάξη και τρεις για την τέταρτη έως την έκτη. Το υπουργείο Παιδείας δέχονταν το αίτημα αυτό μόνο για τα τρία χωριά που τα αποκαλούσαν δίγλωσσα (Δρυμάδες, Χιμάρα και Παλάσα), ενώ για τα άλλα χωριά δέχονταν μόνο μια ώρα την ημέρα και μόνο στην τέταρτη, πέμπτη και έκτη τάξη. Τι συνέβη όμως στην πράξη.

Το Σεπτέμβριο του 1923, με την έναρξη των κυβερνητικών σχολείων, το υπουργείο Παιδείας επέτρεπε μόνο μια ώρα την ημέρα διδασκαλία της ελληνικής, καθώς όπως ισχυρίζονταν, τα χωριά της Χιμάρας δεν μπορούσαν να επωφελούντο κατ΄ουδένα τρόπο των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Σύμφωνα με το υπουργείο η γλώσσα της οικογένειας στις περιοχές αυτές δεν ήταν η ελληνική. Στις 23 Σεπτεμβρίου η Δημογεροντία Χιμάρας ζητάει με επείγον τηλεγράφημά της προς τον πρωθυπουργό να διατάξει τις τοπικές αρχές να αναγνωρίσουν τους ελληνόφωνους δασκάλους που οι ίδιοι θα διορίσουν. Το αίτημα αυτό η δημογεροντία το στηρίζει στα δικαιώματα που απορρέουν από το νόμο για τις μειονότητες. Καθώς το υπουργείο δεν ικανοποίησε τα αιτήματα, τα χωριά της Χιμάρας αντέδρασαν μη στέλνοντας τα παιδιά τους στα κυβερνητικά σχολεία.

Το τηλεγράφημα έχει ως εξής: εκδηλωμένη η δικαιοσύνη της εξοχότητάς σας, η οποία θυμάται πάντα για τα δικαιώματά μας μας δίνει θάρρος να την παρακαλέσουμε να έχει την καλοσύνη να διατάξει τις εδώ αρχές σύμφωνα με το νόμο για τις μειονότητες να αναγνωρίσει τους έλληνες διδασκάλους που με τα έξοδά μας θα διορίσουμε για παιδεία των παιδιών μας. Δημογεροντία Χιμάρας: Χρήστος Μπολάνος, Γιώργης Χρήστος, Γιώργης Σίμος.

Αναλυτικός ως προς τα αιτήματα είναι ο Γιάννης Σπυρομίλιος, ο οποίος στέλνει στις 15 Δεκεμβρίου σχετικό τηλεγράφημα στον τότε πρωθυπουργό Αχμέτ Ζώγου ζητώντας 3 ώρες διδασκαλίας της ελληνικής στις ανώτερες και δυο στις μικρότερες τάξεις. Μάλιστα ο Σπυρομίλιος σημειώνει στο τηλεγράφημα πως «και ο υπουργός Παιδείας λίγες μέρες νωρίτερα στο Αργυρόκαστρο δήλωσε ότι είναι δίκαιο και είναι έτοιμος να το προτείνει και να το εφαρμόσει». Να επισημάνουμε εδώ πως με την αφορμή των όσων λέει ο Σπυρομίλιος για τον υπουργό Παιδείας, οι θέσεις που εξέφραζαν διάφορα υπουργεία στα Τίρανα δεν ίδιες και συντονισμένες. Έτσι το υπουργείο επί των Εξωτερικών, γνωρίζοντας καλά και τις αντιδράσει της ελληνικής κυβέρνησης, παρότρυνε τις αρχές για την τήρηση πιο ήπιας στάσης απέναντι στη Χιμάρα.

Στις 17 Δεκεμβρίου 1923 σε έγγραφο του υπουργείου Παιδείας προς το πρωθυπουργικό γραφείο σημειώνεται πως «τα σχολεία της Χιμάρας δεν πράττουν κανονικά λόγω του ότι ο εκεί κόσμος, έχοντας την απαίτηση για ελληνικά σχολεία, δεν ακούει να στείλει τα παιδιά στα εθνικά σχολεία. Επιπλέον στις 29 Οκτωβρίου το μεγαλύτερο μέρος των μαθητών του χωριού Δρυμάδες, σε μορφή αποχής έφυγαν από το σχολείο, κάτοικοι και μαθητές διαμαρτυρήθηκαν ζητώντας ώστε στα σχολεία να διδαχθεί η ελληνική γλώσσα….» Στο ίδιο έγγραφο ζητείται η λήψη αυστηρών μέτρων και πέρα απ΄όσα προβλέπει ο νόμος για την παιδεία.

Κάτι τέτοιο επίσης λίγες μέρες νωρίτερα ζητάει και ο υποπεριφερειάρχης Χιμάρας προτείνοντας «την επανενεργοποίηση του νόμου για πολιτικά αδικήματα του έτους 1920, ο οποίος προβλέπει βαριές ποινές κατά των αντιπάλων προπαγανδιστών της επίσημης Γλώσσας ή εφόσον δεν είναι δυνατή η επανενεργοποίηση αυτού του νόμου, να καταρτιστεί ένα ειδικό νομοσχέδιο με βαριές και ισχυρές ποινές ενάντια σε αυτούς τους καταστροφείς…».

Λίγες μέρες αργότερα ο υποπεριφερειάρχης εξέδωσε ανακοίνωση όπου διατάζει τους γονείς να στείλουν τα παιδιά τους στα σχολεία, γιατί διαφορετικά, όπως ήδη είχε ενημερώσει το υπουργείο, θα εφαρμοστεί ο νόμος του 1920 για τα πολιτικά αδικήματα.

Στην ανακοίνωση αυτή αντέδρασαν γονείς μαθητών στέλνοντας στις 19 Δεκεμβρίου επείγον τηλεγράφημα προς τον πρωθυπουργό, διαμαρτυρόμενοι πως «δεν είμαστε αντεθνικοί, παρά μόνο ζητούμε τα δικαιώματά μας για τα οποία έχουμε κάνει ειδικές συμφωνίες με τις κυβερνήσεις. Παρακαλούμε όπως διατάξετε την υποπεριφέρεια για τα σχετικά»

Το τηλεγράφημα υπογράφουν γονείς μαθητών από τη Χιμάρα όπως ο Γιώργης Χρήστος, Γιώργος Μπολάνος, Σπύρος Ρέτζιος, Γιάννης Σπυρομίλιος, Ανδρεάς Δήμας κλπ.

Το επόμενο διάστημα, αν και επετεύχθη μια συμφωνία για μια ώρα κάθε μέρα και για όλες τις τάξεις, η δημογεροντία Χιμάρας δεν αποδέχθηκε κάτι τέτοιο συνεχίζοντας να μην στέλνει τα παιδιά στο σχολείο. Έτσι στα τέλη Ιανουαρίου 1924, από συνολικά 200 μαθητές που είχε η κωμόπολη Χιμάρα, μόνο 33 παρακολουθούσαν τα μαθήματα.

Γ. Γιάννης

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon