Ερντογάν: Πολιτικό Ισλάμ, αυταρχισμός & τουρκικός εθνικισμός

Δημοσιεύθηκε: 08/07/2017 16:52 Τελευταία Ενημέρωση: 08/07/2017 16:52 Από: Tachydromos

Η Τουρκία αναμφισβήτητα μετασχηματίστηκε από το αποτυχημένο πραξικόπημα του περασμένου Ιουλίου. Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν [2], έχοντας μόλις επιζήσει από μια προσπάθεια κατά της ζωής του, έχει γίνει ένας Τούρκος Μουσουλμάνος μεσσίας στα μάτια των υποστηρικτών του: Είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του έθνους, επιφορτισμένος με την αναζωογόνηση της μουσουλμανικής umma, της παγκόσμιας μουσουλμανικής κοινότητας [3].

Η αντιπολίτευση έχει γίνει βλασφημία. Όσοι αρνούνται να τον υποστηρίξουν είναι αντι-Τούρκοι και αντι-Μουσουλμάνοι και επομένως εχθροί του κράτους. Πρόκειται για τρομερά νέα για την δημοκρατία της Τουρκίας, η οποία χρειάζεται μια υγιή αντιπολίτευση για να επιβιώσει. Ο Ερντογάν, ένας Δεξιός ηγέτης, πρωτοεμφανίστηκε το 2003 ως πρωθυπουργός μέσω του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Έγινε πρόεδρος το 2014. Εκείνη την εποχή, ειδικά κατά την τελευταία δεκαετία, σημείωσε οικονομική ανάπτυξη, γεγονός που τον βοήθησε να αυξήσει το μερίδιο ψήφων του ΑΚΡ. Πιο ύπουλα, δαιμονοποίησε επίσης εκλογικά σώματα που ήταν απίθανο να τον ψηφίσουν, συμπεριλαμβανομένων των κοσμικών, των φιλελεύθερων, των σοσιαλδημοκρατών, των Αριστερών και των Κούρδων. Αυτή η στρατηγική δημιούργησε για τον Ερντογάν μια μεγάλη βάση αποτελούμενη από συντηρητικούς και πολιτικούς ισλαμιστές.

Μετά το 2014, ο Ερντογάν προσπάθησε να μετατρέψει το τουρκικό πολιτικό σύστημα σε εκτελεστικό προεδρικό, με το οποίο, ως πρόεδρος, θα ενσωμάτωνε τις εξουσίες του αρχηγού του κράτους, του επικεφαλής της κυβέρνησης και του επικεφαλής του κυβερνώντος κόμματος.

Αυτό φάνηκε ως ένας ψηλός στόχος. Ο Ερντογάν έπρεπε να κερδίσει ένα λαϊκό δημοψήφισμα για να αλλάξει το Σύνταγμα προτού γίνει παντοδύναμος, αλλά το ΑΚΡ του δεν είχε λάβει ποτέ περισσότερο από το 50% των ψήφων. Σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, οι προεδρικές φιλοδοξίες του Ερντογάν επανεμφανίστηκαν μέσα από μια κρίση που απείλησε να τον καταστρέψει εξ ολοκλήρου: Την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου [4].

Πριν από αυτό, ο Ερντογάν υπήρξε ήδη ένας από τους ισχυρότερους ηγέτες της Τουρκίας. Επιβιώνοντας από μια απόπειρα κατά της ζωής του και στην συνέχεια νικώντας τους εχθρούς του, ειδικά το κίνημα Gulen -ένας πρώην σύμμαχος που φαίνεται να έχει διαδραματίσει βασικό ρόλο στο πραξικόπημα- μόνο κέρδισε σε ανάστημα, το οποίο στην συνέχεια μόχλευσε σε ένα βιαστικό συνταγματικό δημοψήφισμα για να επιτύχει τις πολιτικές του φιλοδοξίες.

Μετά το πραξικόπημα, ο Ερντογάν αντιμετώπισε τις επιλογές είτε της συμφιλίωσης είτε της περαιτέρω πόλωσης. Έκανε αυτό που η συγγραφέας Busra Erkara περιέγραψε στους New York Times ως την «αλάθητη επιλογή να διογκώσει, να αναμορφώσει και να κεφαλαιοποιήσει από το συλλογικό άγχος αντί να το καταπραΰνει» [5]. Και άγχος υπήρξε: Η πρωτεύουσα της χώρας, η Άγκυρα, η οποία δεν είχε υποστεί επίθεση από τότε που επέδραμε ο Ταμερλάνος το 1402, βομβαρδίστηκε επανειλημμένα από πραξικοπηματίες, οι οποίοι έπληξαν άμεσα το κοινοβούλιο. Οι προσπάθειες του Ερντογάν να χρησιμοποιήσει αυτόν τον φόβο έχουν απελευθέρωσε δυνάμεις άνευ προηγουμένου στην ιστορία της τουρκικής δημοκρατίας.

http://www.defence-point.gr/

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon