Ο V. Berard στο Δυρράχιο

Δημοσιεύθηκε: 11/11/2020 15:42 Τελευταία Ενημέρωση: 11/11/2020 15:42 Από: Tachydromos

Ακόμη μια αναδημοσίευση απ’ το βιβλίο του Βίκτωρ Μπεράρ «Τουρκία και Ελληνισμός». Είναι σημειώσεις κάπου στο ξεκίνημα της περιήγησης του στα αποκαλούμενα σήμερα δυτικά Βαλκάνια.

Δυρράχιο 1893. Περιέχει χρήσιμες πληροφορίες για την έντονη παρουσία του Ελληνισμού στο σημαντικό αυτό λιμάνι που το χρησιμοποιούσαν πολύ οι Ελληνόβλαχοι της ενδοχώρας για τις εμπορικές τους συναλλαγές με τη Δύση.

«…Το προάστιο αυτό δεν είναι, όπως λέει και το όνομα του, παρά ένας χώρος παζαριού με παράγκες που μετακινούνται, στέγες που ξηλώνονται και προσωρινές σκεπές, που γεμίζει κάθε πρωί από τα καραβάνια της ενδοχώρας. Οι καθολικοί των Τιράνων ανταμώνουν εδώ με τους ορθοδόξους και τους μουσουλμάνους της Καβάγιας, οι μπέηδες του Ελβασάν ή του Μπερατιού με τους Κουτσόβλαχους της Πίνδου και της Κορυτσάς.

Ο ελληνισμός στρατολογεί τους οπαδούς του ανάμεσα στους ορθοδόξους αυτούς Αρβανίτες και στους Κουτσόβλαχους. Η πόλη μπορεί να είναι ιταλική, το προάστιο όμως είναι ελληνικό. Σε όλα τα υπαίθρια καφενεία μιλούν ελληνικά. Πάνω από τα τεζάκια βρίσκονται τα πορτρέτα του Γεωργίου του ‘Α και του πρωθυπουργού του, του κ. Τρικούπη. Κάτω απ’ τα πλατάνια μια συντροφιά φουστανελοφόρων πίνουν και τραγουδούν με την κιθάρα ένα αργόσυρτο τραγούδι του Αρχιπελάγους.

Σ’ αυτό λοιπόν το Έξω Παζάρι, μακριά απ’ τους «μακαρονάδες» βρήκαν οι Αλβανοί μας για τις αφεντιές μας ένα χάνι λιγότερο άνετο αλλά πιο χριστιανικό – μετάφραζε ορθόδοξο: για έναν Έλληνα χριστιανός σημαίνει πάντοτε ελληνορθόδοξος – από τα ιταλικά πανδοχεία. Το χάνι αυτό μαζί με το σχολεία είναι τα μόνα χτίρια διαρκείας του προαστίου. Στην Ευρώπη θα θεωρούσαν προσωρινούς τους τοίχους με λασπόχωμα και ξυλοδεσιά: εδώ όμως! …

… Πόση δύναμη έχουν οι παραδόσεις σε τούτη εδώ την Τουρκία! Ένα κουτσοβλάχικο καραβάνι φτάνει από το Μοναστήρι ύστερα από εφτά ημερών δρόμο! Οι Κουτσόβλαχοι αυτοί είναι ένας λατινογενής λαός, που ανακάλυψε ο Πουκεβίλ περί τα τέλη του περασμένου αιώνα πάνω στις δύο πλαγιές της Πίνδου, ανάμεσα στη Λάρισα και στα Γιάννινα. Όλο το εμπόριο της νότιας Αλβανίας το είχαν τότε στα χέρια τους. Από τη Μοσχόπολη (κοντά στην Κορυτσά), το Συρράκο, τις Καλαρρύτες, το Μέτσοβο και τη Λάρισα, κέντρα της Ανωβλαχίας, εξακτινώνονταν στην περιοχή, μοιράζοντας τα προϊόντα της εργασίας τους – δέρματα, πετσιά, ασημικά, κάπες, μαλλί και χαλιά – είτε τα εμπορεύματα της Ευρώπης, που λάβαιναν από τους οίκους τους στο Λιβόρνο, τη Βιέννη και το Άμστερνταμ. Το Δυρράχιο ήταν το φυσικό τους λιμάνι για τις σχέσεις με την Αγκώνα, τη Ραγούζα ή τη Βενετία. Ύστερα από την Ελληνική Επανάσταση οι Βλάχοι αυτοί, που θεωρούσαν τους εαυτούς τους Έλληνες και που αγωνίστηκαν με το πουγκί τους και το αίμα τους για την ελευθερία, μετανάστευσαν σε μεγάλο αριθμό στο νεοσύστατο ελληνικό βασίλειο. Ο λαός σκορπίστηκε. Οι πόλεις της Πίνδου έχασαν το ρόλο και τη σημασία τους. Οι έμποροι της Μοσχόπολης πήγαν κι εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες πόλεις, της Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι. Μολαταύτα, έναν αιώνα μετά το Δυρράχιο παραμένει κουτσοβλάχικο λιμάνι, παρόλο που όλοι οι λόγοι της επιλογής αυτής έχουν εκλείψει. Κάθε Σάββατο καταφθάνουν εκεί τα καραβάνια από το Μοναστήρι.

Οι ειδήσεις που έρχονται με το αυστριακό ατμόπλοιο από την Ευρώπη, ξεσηκώνουν μεγάλες συζητήσεις. Οι εφημερίδες και οι φήμες αναγγέλλουν ότι ο σουλτάνος πρόκειται να παραχωρήσει σε βούλγαρους εκκλησιαστικούς αξιωματούχους τις μακεδονικές επισκοπές του Βέλς, των Σκοπίων και της Αχρίδας: επιστολής περιβολής (βεράτια) έχουν κιόλας υπογραφτεί. Το νέο αυτό δεν αφήνει κανένα αδιάφορο. Οι μουσουλμάνοι δεν μπορούν να δεχτούν ότι ο σουλτάνος θα κάνει ποτέ τέτοια παραχώρηση στους «άρπαγες της Ρωμυλίας»: το μίσος που τρέφουν εναντίον του Βούλγαρου είναι πιο έντονο και από το μίσος τους εναντίον του ίδιου του «Μοσκόφ». Οι Χριστιανοί χαμογελούν με δυσπιστία:… «Μα είναι δυνατό να υπερτερούν απέναντι στον Πατριάρχη οι σχισματικοί αυτοί Βούλγαροι… Εξάλλου οι Μακεδόνες είναι Έλληνες, όχι Βούλγαροι, θέλουν κλήρο ελληνικό και σχολεία ελληνικά». Σ ένα καφενεδάκι, κάτω από τα πορτρέτα του Γεωργίου του ‘Α και του κ. Τρικούπη, ο δάσκαλος επικαλείται τον Αριστοτέλη, το Φίλιππο και τον Αλέξανδρο.

Περιτριγυρίζουν τον Κώστα και τον Αμπεντίν, γνώριμους των Εξοχοτήτων μας και ρωτούν να μάθουν. Αυτοί τους λένε πως ο σουλτάνος τίποτε δεν μπορεί να αποφάσισε, αφού εμείς φεύγουμε τώρα για τη Μακεδονία… Αν είχαν παραχωρηθεί τα βεράτια, θα το ξέραμε… «Είναι χριστιανοί τούτοι;» ρωτά ο δάσκαλος. «Όχι», απαντά ο Κώστας, «είναι καθολικοί: δεν αγαπούν όμως και τόσο πολύ τους Βουλγάρους…»….

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon