Πάλι για την Ορθόδοξη πνευματική και πολιτιστική κληρονομιά-Έλλειψη υπευθύνου ειλικρίνειας

Δημοσιεύθηκε: 30/07/2021 15:09 Τελευταία Ενημέρωση: 31/07/2021 14:41 Από: Tachydromos

Απ’ την εφημερίδα “NGJALLJA” (Ανάστασις), το επίσημο όργανο της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, το τεύχος 6 (342), μηνός Ιουνίου 2021, επιλέξαμε να μεταφράσουμε κείμενο της 2ας σελίδας που αφορά στο ευαίσθητο ζήτημα της κρατικής αυθαιρεσίας εις βάρος των κοινοτήτων των πιστών και των Ορθόδοξων Ενοριών. Η δημιουργία ερίδων προκύπτει ειδικά στον τομέα της Ορθόδοξης πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς όπου είναι έκδηλη η αρνητικότητα της πολιτείας να εφαρμόσει ακόμη και διατάξεις που ορίζει η εγχώρια νομοθετική τάξη.
Ακολουθεί το κείμενο:

«…Η τελευταία περίπτωση πρόχειρης αναστηλωτικής επέμβασης στον ι. Ναό της Αγίας Παρασκευής, στην Ενορία του Αγίου Αθανασίου και Αγίου Νίφωνος στο Λούκοβο, ενέχει το σύνολο της προβληματικής προσέγγισης και την απουσία θετικού πνεύματος από πλευράς των αρμοδίων κρατικών αρχών.

Το λιγότερο θα ήταν εάν ο λόγος είναι για μικρές αβλεψίες ή γραφειοκρατικές παραλείψεις από πλευράς των κρατικών υπηρεσιών ή τα υπεύθυνα πρόσωπα. Σε όλες τις περιπτώσεις των τελευταίων ετών διαπιστώνεται κάτι ακόμη πιο ενοχλητικό που στην ουσία θέτει σε δοκιμή και αποδεικνύει απ’ την μια τη διαλλακτικότητα της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, των θεσμών και των κοινοτήτων των πιστών της και. απ’ την άλλη μεριά, την περιφρονητική αλαζονεία, με αυξανόμενες τάσεις, των κρατικών αρχών. Συγκεκριμένα για την περίπτωση του Λουκόβου: Ομάδα εργατών οικοδομής εμφανίζονται κάποια μέρα και χωρίς καμιά προηγούμενη ενημέρωση, χωρίς να έχει ζητηθεί έστω μια τυπική συνάντηση με τον ιερέα της κοινότητας (το Λούκοβο έχει και μόνιμο ιερέα) και το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, εγκαθίστανται στο ναό και ξεκινούν εργασίες. Εργασίες για τις οποίες ουδείς γνωρίζει μέσα στο χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ούτε για τις διαδικασίες πρόβλεψης της επέμβασης, του σχεδιασμού κι εκπόνησης της μελέτης, έγκρισης της άδειας ποτέ δεν ενημερώθηκε τυπικά κι υπεύθυνα η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας.

Πρόκειται για παράδειγμα με πολλές επαναλήψεις, γι αυτό και δεν χρειάζεται περιγραφή και άλλων λεπτομερειών. Τέτοια συμπεριφορά το λιγότερο που αποδεικνύει είναι η έλλειψη ειλικρίνειας και υπευθυνότητας από πλευράς των αρμοδίων φορέων της πολιτείας, ανεξάρτητα της κωφαντικής προπαγάνδας που γίνεται περί του αντιθέτου.

Στην πραγματικότητα η όλη επικρατούσα νοοτροπία, η πρακτική και συμπεριφορά στοχεύει να θέσει υπό αμφισβήτηση το ιδιοκτησιακό δικαίωμα, της άνευ όρων και προϋποθέσεων απόδοση στο δικαιούχο - τις τοπικές κοινότητες των ορθοδόξων - των χώρων λατρείας και κυρίως τη χρήση τους άνευ προσκομμάτων κατά την άσκηση του δικαιώματος της λατρείας των πιστών της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Πρόκειται για μια διάσταση που από πλευράς των κρατικών αρμοδίων φορέων είτε παραβλέπεται, αντιμετωπίζοντας το χωρίς την αρμόζουσα σημασία, είτε αποτελεί στην ουσία τον πραγματικό σκοπό όλης αυτής της εκστρατείας.

Το πρώτο δύσκολο να γίνει αποδεκτό, και τούτο διότι από πλευράς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με όλους τους τρόπους επικοινωνίας και σε όλες τις βαθμίδες, έχει απαιτηθεί η εξεύρεση της λύσης, προβάλλοντας μάλιστα τις πραγματικές διαστάσεις του ζητήματος. Υποψιάζεται έτσι κανείς ότι πίσω από τέτοιες στάσεις ενυπάρχουν πονηροί σκοποί. Ο πρώτος, είναι ώστε να τεθούν υπό αμφισβήτηση ο βαθμός κυριότητας επί της ιδιοκτησίας. Η Συμφωνία μεταξύ του Υπουργικού Συμβουλίου της Δημοκρατίας της Αλβανίας και της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας, λαμβάνοντας υπόψη ελαττώματα που υφίστανται στη διαδικασία απόδοσης των περιουσιών κι εγγραφής τους, ανακεφαλαιώνει και αναγνωρίζει ως περιουσιακά στοιχεία της Εκκλησίας, όλους ανεξαιρέτως, τους χώρους λατρείας γνωστοί ως τέτοιοι. Δεν θέτει κανένα περιορισμό ακόμη και για όσα εξ αυτών των κτισμάτων έχουν χαρακτηριστεί ως μνημεία της Ορθόδοξης πολιτιστικής και πνευματικής κληρονομιάς. Άλλο τόσο δε που η Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησίας μας, υπό την ποιμαντορία και την έμπνευση του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, διαισθανόμενη βαθιά το βάρος του όντος κληρονόμοι για ένα τόσο πολύτιμο και μοναδικό θησαυρό, απ’ το ξεκίνημα, μετά τους διωγμούς και παράλληλα με τις προσπάθεια για την αναζωογόνηση της πίστης και των δομών της, επέδειξε ανάλογη φροντίδα και για την αναστήλωση, την προαγωγή, τη συντήρηση και λειτουργική αποκατάσταση δεκάδων και εκατοντάδων ίσως μοναστηριών, ναών και παρεκκλησίων με ιστορικό χαρακτήρα.

Ακριβώς στη θεμελίωση μιας τέτοιας συνείδησης περί της ευθύνης ακόμη και στα πιο απομακρυσμένες και ολιγάριθμες κοινότητες, ανεξαρτήτως του μορφωτικού τους επίπεδο, πέραν από οικονομικά μέσα που απαιτούν οι δαπάνες αυτές του τομέα των αναστηλώσεων, αποτελεί μια δυνατότητα που μόνο η Εκκλησία δύναται να προσφέρει και συνδράμει.

Σε όλες τις σημαντικά συνθήκες που συμπυκνώνουν την επιστημονική πείρα και όχι μόνο αυτή, σε παγκόσμιο επίπεδο, περί της πολιτιστικής κληρονομιάς, ουσιαστική παραμένει η σημασία που αποδίδεται στην αναβίωση των μνημείων και στη δημιουργία κοινοτήτων πολιτών που συνδέονται μ’ αυτά, που θα επεκτείνουν στο χρόνο το ενδιαφέρον και τη φροντίδα.

Στην πραγματικότητα, η συμπεριφορά τούτων των κρατικών φορέων καθοδηγούμενων είτε από κίνητρα διαχείρισης ορισμένων οικονομικών κονδυλίων, τη νοοτροπία περιορισμού του ιδιοκτησιακού δικαιώματος και της πλήρους κυριότητας από πλευράς των τοπικών Ορθοδόξων κοινοτήτων και τον πονηρό σκοπό δημιουργίας αθέμιτων ερίδων στους κόλπους της Ορθόδοξης Κοινότητας, υπονομεύει ακριβώς την διαιώνιση της μέριμνας πάνω σ’ αυτούς τους ναούς και τα μοναστήρια.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι τοπικές κοινότητες των πιστών ίδρυσαν τους ναούς και τα μοναστήρια αυτά, είτε ως αρχιτεκτονικά και οικοδομικά σύνολα, είτε αφορά τον εμπλουτισμό του εσωτερικού τους με τοιχογραφίες κι εικονογραφίες και σπάνια εκκλησιαστικά ανάγλυφα. Τα συντηρούν αυτά ανά τους αιώνας και τα απολαμβάνουν ως χώρους όπου γενεά σε γενεά προσεύχονται στο Θεό. Τα θεωρούν στη δική τους συνείδηση ως ιερούς τόπους λατρείας και είναι ακριβώς αυτός ο χαρακτηρισμός που έχει επιμηκύνει το βίο τους και αποτελούν την εγγύηση της διαιώνισης στο χώρο και στο χρόνο.

Η αλαζονική πεποίθηση από πλευράς των κρατικών φορέων ότι οι αποσπασματικές και μη ολοκληρωμένες ανά διαστήματα επεμβάσεις αποτελούν τη σωτηρία, είναι απλοποίηση αδαούς στην υπόθεση.

Εάν πράγματι υφίσταται ετοιμότητα, όπως ισχυρίζονται, από πλευράς των κρατικών θεσμών, είναι τώρα η στιγμή με πνεύμα ειλικρίνειας να εκδηλωθεί μια νέα προσέγγιση του ζητήματος. Αλλιώς θα ήταν επιτακτική η ανάγκη ώστε η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας να αλλάξει διαμετρικά τη στάση της, ώστε να επιβάλει το σεβασμό, την υπευθυνότητα και κυρίως τη νομιμότητα στην υπόθεση.

Ο. Μπ.».

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon