30 χρόνια από την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου και την κανονική ανασυγκρότηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Αλβανία

Δημοσιεύθηκε: 24/06/2022 14:18 Τελευταία Ενημέρωση: 25/06/2022 17:30 Από: Tachydromos

Σαν σήμερα η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξέλεγε τον Μητροπολίτη Ανδρούσης κ. Αναστάσιο ως Αρχιεπίσκοπο Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας. Ο Μακαριώτατος είχε ήδη συμπληρώσει ένα χρόνο σχεδόν που βρίσκονταν στην Αλβανία ως Έξαρχος του Οικουμενικού Θρόνου.

Στις περιοδείες του διαπίστωνε ιδίοις όμασι την ολική καταστροφή που είχε συντελεστεί στις δομές, στο ιερατείο, στην υποδομή από χώρους λατρείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά τον 23χρόνο αθεϊστικού διωγμό. Είχε παράλληλα διαπιστώσει την προοπτική που είχε η Ορθοδοξία στα μέρη αυτά.

Είχε αναλάβει και συμβολικές πλην όμως ουσιαστικής σημασίας πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της ανασυγκρότησης της Εκκλησίας κορυφαία των οποίων η συγκρότηση και λειτουργία του Ιερατικού Σεμιναρίου στο Δυρράχιο.

Για τους γνωρίζοντες τις συνθήκες και τις περιστάσεις της εποχής το ότι και πάλι σε όλες τις γωνίες της ιστορικής παρουσίας της Ορθοδοξίας τελούνταν μυστήρια υπό Αρχιερατική ευλογία ήταν ουσιώδες και αισιόδοξο.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος με πολύ αγάπη απ’ την αρχή κατανόησε τον πραγματικό πόνο του Ορθοδόξου ποιμνίου αλλά και της κοινωνίας όλης της χώρας. Είναι εκείνο που το διατυπώνει ως στέρηση της αγάπης. Λαός αποίμαντος και κυρίως στερημένης πραγματικής, αδολίευτης, Χριστιανικής αγάπης. Εκείνος την υπόσχονταν χωρίς φειδώ σε όποιο περιβάλλον και αν βρέθηκε.

Και ο λαός το αντιλαμβάνονταν καλά ότι επρόκειτο για πραγματικό ποιμένα. Τα χρόνια επιβεβαίωσαν για άλλη μια φορά ότι το κριτήριο του λαού είναι αλάθευτο.

Και το αίτημα του σε συνδυασμό με την υφιστάμενη ανάγκη για πρωτοβουλίες θεσμικής ανασύστασης της Εκκλησίας εισακούστηκε δεόντως απ’ το Οικουμενικό Πατριαρχείο για την ανάθεση της αποστολής στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο.

Για περισσότερα αναδημοσιεύουμε λίγα απ’ το βιβλίο «Η Ανασύσταση της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας 1991-2016» του ιδίου. Στην τελευταία επανέκδοση του που μόλις κυκλοφορεί στα Τίρανα εμπεριέχονται ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες για τις στιγμές εκείνες. Ειδικά το ημερολόγιο των πρώτων περιοδειών ανά τις ερειπωμένες επισκοπές κι ενορίες μας…

«Εκλογή κι ενθρόνιση

Στις 24.6.1992, κατόπιν προτάσεως του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξέλεξε παμψηφεί αρχιεπίσκοπο Τιράνων και πάσης Αλβανίας τον μέχρι τότε Πατριαρχικό Έξαρχο (και εν τω μεταξύ ανυψωθέντα σε μητροπολίτη Ανδρούσης) Αναστάσιο Γιαννουλάτο και τους αρχιμανδρίτες Χριστόδουλο Μουστάκα μητροπολίτη Κορυτσάς, Αλέξανδρο Καλπακίδη μητροπολίτη Αργυροκάστρου και Ιγνάτιο Τριάντη μητροπολίτη Βερατίου, Αυλώνος και Κανίνης. Η αλβανική κυβέρνηση αντέδρασε έντονα, διότι το θεώρησε έξωθεν επιβολή ελληνικής ηγεσίας σε μία από τις τρεις μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες της χώρας. Τελικά, ο πρόεδρος της Αλβανίας Σαλί Μπερίσα με σαφήνεια δήλωσε στον εψηφισμένο αρχιεπίσκοπο (30.6.1992) όσο και στην τριμελή Πατριαρχική αντιπροσωπεία (αποτελουμένη από τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Πέργης κ. Ευάγγελο, Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνα και Αιδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο π. Ηλία (Katre) που τον επισκέφθηκε ευθύς αμέσως (4.7.1992) ότι δέχεται την εγκατάσταση του αρχιεπισκόπου Αναστασίου, αλλά επ’ ουδενί συγκατατίθεται στην έλευση άλλων ιεραρχών ελληνικής καταγωγής. Ο νέος αρχιεπίσκοπος, αφού έδωσε το Μέγα Μήνυμα στο Φανάρι (12.7.1992), ενθρονίστηκε στον Καθεδρικό Ναό των Τιράνων (2.8.1992), με την παρουσία κληρικών και λαϊκών εκπροσώπων όλων των επαρχιών της Αλβανίας.

Κατά καιρούς, ορισμένοι, χωρίς καμία εκκλησιαστική και θεολογική παιδεία, επιχειρούν να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα της εκλογής και της ενθρονίσεως του Αρχιεπισκόπου, βασικά, λόγω της ελληνικής του καταγωγής. Για να μην υπάρχει το παραμικρό περιθώριο περαιτέρω συζητήσεως, θα επεκταθούμε αναλυτικότερα στο θέμα αυτό. Όταν επί 23 ολόκληρα χρόνια η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας είχε πλήρως διαλυθεί, η μόνη εκκλησιαστική αρχή που είχε την αρμοδιότητα να αναλάβει την πρωτοβουλία για την ανασύσταση της ήταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως. Διότι αυτό αφενός μεν είχε παραχωρήσει την Αυτοκεφαλία το 1937 και αφετέρου, είναι υπεύθυνο για τις εν ανάγκη ευρισκόμενες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες – όπως αδιαλείπτως αναγνωρίζεται από όλον τον Ορθόδοξο κόσμο.

Κατά τη μεταβατική περίοδο του 1991-1992, κανένα άλλο παλαιό Καταστατικό της Εκκλησίας της Αλβανίας δεν είχε νομοκανονική ισχύ (σχετικά με το Καταστατικό βλέπε σελ. 27). Τα μόνα εκκλησιαστικά κείμενα που διατηρούσαν το Κανονικό τους κύρος ήταν ο Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος περί Αυτοκεφάλου και οι Ιεροί Κανόνες. Βάσει αυτών, ανασυγκροτήθηκε η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας σε εκκλησιαστικώς αναμφισβήτητα θεμέλια και για τον λόγο αυτόν αναγνωρίζεται από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και γενικότερα από όλον τον χριστιανικό κόσμο.

Η εκλογή του Αρχιεπισκόπου, η οποία έγινε στις 24 Ιουνίου του 1992, υπήρξε, σύμφωνα με τα ισχύοντα της Ορθοδοξίας, ένα τετελεσμένο εκκλησιαστικό γεγονός και κοινοποιήθηκε με επίσημα πατριαρχικά Γράμματα σε όλες τις Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, για να περιλάβουν στα δίπτυχα τους, ύστερα από 40 χρόνια απουσίας, το όνομα της Εκκλησίας της Αλβανίας και το όνομα του Προκαθημένου της, ο οποίος ανελάμβανε την εκ των ερειπίων ανασύσταση της.Η διαδικασία εκλογής συμπληρώθηκε με την απόφαση απονομής στον Αρχιεπίσκοπο Τιράνων και πάσης Αλβανίας του τίτλου «Μακαριωτάτου» (αρ. πρωτ. 1092/24 Ιουνίου 1992)…».

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon